Το αμάξι έγινε κόκκινο – ήτανε άσπρο πριν λίγο καιρό –
κι αυτό γιατί βάφτηκε με αίμα.
Τίποτα περισσότερο από το καθιερωμένο,
καμιά τρελή ιδέα,
κανένα φως στο δροσερό και άδειο υπόγειο,
δόξα τω Θεώ ο ήλιος δεν το φτάνει.
Νεκρά περιστέρια πέφτουν απ’ τον γαλάζιο ουρανό,
οι φτερούγες λιώνουν λες και είναι από κερί,
τουλάχιστον ο Ίκαρος πέθανε μες στο Αιγαίο,
κι όχι σ’ αυτό το γαμημένο το τσιμέντο.
Άδειοι δρόμοι, άδεια μετρό, άδεια λεωφορεία,
άδεια σταχτοδοχεία στα μπαρ,
άδεια εφτά με δεκαέξι του μηνός,
άδεια τσέπη μετά από τρεις-τέσσερις μέρες,
άδειο ντεπόζιτο, άδειος αναπτήρας,
άδεια γκλάβα δε γεμίζει,
άδειο δάσος δεν παίρνει φωτιά,
άδεια φωτιά με νερό δε σβήνει.
Η γη τρέμει και σείεται,
η άσφαλτος ανοίγει,
από τα βάθη αναδύεται ο Εωσφόρος,
φορώντας γυαλιά ηλίου και μαγιό,
κρατώντας κοκτεϊλάκι με ξύλινη ομπρελίτσα.
Τι μαλακίες γράφω ρε γαμώτο;
Τέλοσπάντων,
έφτιαξα φραπέ
και κάνω υπομονή.
(Άλεξ Κοάν)
Σχολιάστε